Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Μητροπολίτης Κύριλλος († 10-1-2015)

Ήταν μεσημέρι της Παρασκευής, 9 Οκτωβρίου 1998.
Οι καμπάνες της Μεγάλης χτύπησαν χαρούμενα.
Ο π. Κύριλλος είχε εκλεγεί μητροπολίτης Κυθήρων.
Δυο μέρες αργότερα, το απόγευμα της πρώτης Κυριακής των τότε δημοτικών  εκλογών, τον υποδεχθήκαμε, εψηφισμένο ακόμα μητροπολίτη, στη γενέτειρά του.
Την επόμενη Κυριακή, 18 Οκτωβρίου, η χειροτονία του στη Μητρόπολη της Αθήνας από τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και πλειάδα ιεραρχών.
Πλήθος Κολλινιατών μέσα στον κατάμεστο ναό αναφώνησε το «άξιος» και του ευχήθηκε στη συνέχεια στην Αρχιεπισκοπή.
Τέλη Νοεμβρίου, η ενθρόνιση στα Κύθηρα.
Μέσα στα χιόνια του χειμώνα του 1999 η επίσημη υποδοχή του στην Κολλίνα.
Δώρο από το χωριό μια ποιμαντορική ράβδος για το δικό μας δεσπότη.
Η πρώτη του λειτουργία ως αρχιερέας στον τόπο που γεννήθηκε. 

Τα χρόνια πέρασαν.
Ο δεσπότης μας σε ανταμώματα, πανηγύρια, χαρές και λύπες πάντα παρών στο χωριό να ιερουργεί με μεγαλοπρέπεια και απλότητα συγχρόνως.
Το ίδιο και μετά τη μετάθεσή του στην Καρδίτσα, όπου κατά το παρελθόν είχε διακονήσει για πολλά χρόνια ως κληρικός και εκπαιδευτικός.
Και όταν ξεκίνησαν οι περιπέτειες της υγείας του, και πάλι παρών με κάθε ευκαιρία στην Κολλίνα.
Πρωινό Κυριακής, 11 Ιανουαρίου 2015, οι καμπάνες της Μεγάλης σήμαναν πένθιμα, για να αναγγείλουν την εκδημία του το προηγούμενο βράδυ στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας.
Ο πρώην Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων (ο από Κυθήρων) κυρός Κύριλλος παρέδωσε το πνεύμα του σε ηλικία 77 ετών.
Ας προσευχηθούμε, ο καλός Θεός, όπως ο μακαριστός συνήθιζε να λέει, κλείνοντας τα κηρύγματά του, να τον αναπαύσει εν σκηναίς δικαίων και αγίων.  

Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2013

Ο Τάσος Στεφάνου και ο Δρυμός Σκιρίτιδας


Πριν λίγες μέρες, η μαφία των μετάλλων χτύπησε στο δάσος της Σκιρίτιδας. Άγνωστοι αφαίρεσαν το άγαλμα του δασολόγου Τάσου Στεφάνου από το ξέφωτο δίπλα στο δρόμο Βλαχοκερασιάς-Κολλινών, κοντά στο πάλαι ποτέ "Δασικό Φυτώριο Κολλινών" του Δασαρχείου Τρίπολης. Για τους γνώστες της περιοχής, είναι περιττό βεβαίως να σημειώσω ότι ο Δρυμός Σκιρίτιδας, έμπνευση και δημιούργημα του Στεφάνου, είναι ο μεγαλύτερος τεχνητός δρυμός της χώρας (ορισμένοι υποστηρίζουν και των Βαλκανίων), με έκταση περίπου 50.000 στρεμμάτων που καλύπτονται κυρίως από μαύρη πεύκη και δευτερευόντως από καστανιές, σε συνδυασμό με τα προϋπάρχοντα τμήματα παλιού δάσους με δρυς (περιοχή Αγίου Χριστοφόρου). Δεν πρόκειται συνεπώς για "άλσος" (=μικρό τεχνητό δάσος, συνήθως εντός αστικών περιοχών, όπως π.χ. του Αγίου Παντελεήμονα) και μάλιστα στην Τρίπολη, όπως κατά κόρον γράφτηκε στο διαδίκτυο τις τελευταίες μέρες.


Ο Αναστάσιος (Τάσος) Στεφάνου, γόνος πολυμελούς αγροτικής οικογένειας, γεννήθηκε το 1893 στην Κερασιά (Αρβανιτοκερασιά) Αρκαδίας και πέθανε στην Αθήνα το 1984. Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού του και στο Σχολαρχείο και Γυμνάσιο της Τρίπολης, απ' όπου αποφοίτησε το 1912. Τον ίδιο χρόνο έφυγε για να σπουδάσει δασολογία στη Γερμανία (Δασολογική Ακαδημία του Tharandt στη Σαξονία) και εν συνεχεία στην Αυστρία (Δασολογική Σχολή του Bruck a.d. Muhr). Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ελλάδα το 1916 και, όντας από τους πρώτους Έλληνες δασολόγους, υπηρέτησε ως πρώτος δασολόγος-δασάρχης στη Θεσσαλία με αρμοδιότητα τους δασικούς όγκους Πίνδου, Ολύμπου, Όσσας και Πιερίων και διευθυντής της νεοσύστατης Δασικής Σχολής Αγιάς, μέχρι την επιστράτευσή του το 1921. Μετά την αποστράτευσή του (1922), υπηρέτησε ως Επιθεωρητής Δασών Πελοποννήσου και Διευθυντής της Γενικής Διοίκησης Θράκης και Ανατ. Μακεδονίας. Στη δεκαετία του '30 οργάνωσε και διηύθυνε τη νεοσύστατη Υπηρεσία Αναδασώσεων του Υπουργείου Γεωργίας, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια υπηρεσία στα Παραγωγικά Έργα Μακεδονίας (1937-1940). Το 1950 πολιτεύτηκε χωρίς επιτυχία με το κόμμα του Γ. Παπανδρέου (ΔΣΚ) στο νομό Ροδόπης. Τον ίδιο χρόνο ανέλαβε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Γεωργίας. Το 1951-52 εξελέγη βουλευτής Ροδόπης-Ξάνθης με την ΕΠΕΚ (κόμμα Ν. Πλαστήρα). Το 1959 ίδρυσε την Ομοσπονδία Δασοπόνων Ελλάδας και το περιοδικό "Δασικά Χρονικά". Διατέλεσε επί εικοσαετία μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Παναρκαδικής Ομοσπονδίας Ελλάδος. Μέχρι το θάνατό του δημοσίευσε περισσότερες από 300 μελέτες φιλοδασικού, γεωργικού, θηρευτικού, οικονομικού και πολιτικού περιεχομένου και αρκετά βιβλία, μεταξύ των οποίων τα "Ελληνικά δάση και αρκαδικοί δρυμοί" (1924), "Η ιστορία της Αρβανιτοκερασιάς Αρκαδίας" (1965, Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών), "Η λαογραφία της Αρβανιτοκερασιάς Αρκαδίας" (1966, επίσης Βραβείο Ακαδημίας), "Ο Γέρος του Μωριά" (1970), "Ο Πλάτανος, το εθνικό μας δένδρο" (1973), "Το δάσος που λαχτάριζες" (1974, Βραβείο Ακαδημίας), "ET IN ARKADIA EGO, ο πρώτος ελληνικός Τεχνητός Δρυμός στην αρκαδική Σκιρίτιδα" (1977), "Ιστορία της Πάρνηθας" (1983, Βραβείο Ακαδημίας).

Ο Στεφάνου είναι επίσης γνωστός και ως φωτογράφος του μικρασιατικού μετώπου, όπου υπηρέτησε ως κληρωτός από τα μέσα του 1921 ως την κατάρρευση του μετώπου και την καταστροφή στα τέλη του καλοκαιριού του 1922. Στις 8-9-2002 η εφημερίδα "Καθημερινή" δημοσίευσε στο ένθετο "Επτά Ημέρες" πολυσέλιδο αφιέρωμα με τίτλο "Μικρασιατική Εκστρατεία. Με τον φακό των Ανρί-Πολ Μπουασονά και Αναστασίου Στεφάνου". Εκεί μπορεί κανείς να δει φωτογραφίες του Στεφάνου από τη μικρασιατική εκστρατεία και να διαβάσει αποσπάσματα από το ημερολόγιο που κράταγε. Από το αφιέρωμα αυτό (το οποίο είναι πλέον διαθέσιμο και ηλεκτρονικά) άντλησα τα βιογραφικά στοιχεία του Στεφάνου, ιδίως από τα κείμενα του εγγονού του, κ. Γ. Μαυρή (σελ. 22-23  του αφιερώματος). Επίσης, καθώς ετοίμαζα αυτή την ανάρτηση, ανακάλυψα ότι είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο δύο δασολογικού περιεχομένου έργα του Στεφάνου των ετών 1924 και 1933 με τίτλους αντίστοιχα "Ελληνικά δάση και αρκαδικοί δρυμοί" και "Αι δρυάδες των αρχαίων Ελλήνων και τα δάση των νεωτέρων".

Με αφορμή το θλιβερό  γεγονός της κλοπής του αγάλματος, θυμήθηκα ότι πριν λίγα χρόνια ένας φίλος, με καταγωγή από την ευρύτερη περιοχή, μου έδωσε το φύλλο 186/5-11-1986 της εφημερίδας "Αρκαδία". Στην εφημερίδα αυτή υπάρχει ρεπορτάζ για τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Αναστασίου Στεφάνου στις 5-10-1986, κείμενο του ανταποκριτή τότε της εφημερίδας στις Κολλίνες, Δημ. Μπίρη, καθώς και αναφορά σε αποκαλυπτήρια προτομής του Στεφάνου την ίδια εποχή στην Πάρνηθα.

Ακολουθεί σκαναρισμένο το προαναφερθέν δημοσίευμα για τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα. Ας ευχηθούμε  σύντομα το άγαλμα να βρεθεί ακέραιο και να επιστρέψει στη θέση του, για να μένει εκεί, στο ξέφωτο στην καρδιά του δάσους μας, ως ελάχιστος φόρος τιμής στο άνθρωπο που οραματίστηκε και δημιούργησε το Δρυμό Σκιρίτιδας, τον πρώτο και μεγαλύτερο τεχνητό δρυμό της χώρας.


Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

Ο καπετάν Γιώτης Καλαμπόκας

Έλληνας επί Τουρκοκρατίας
Η ιστορία του καπετάν Γιώτη Καλαμπόκα προέρχεται από το βιβλίο του Αντ. Παπαγιαννόπουλου "Το χωριό μου" (σελ. 110-112) ως καταγραφή προφορικής παράδοσης του χωριού. Προτίμησα, ωστόσο, να την αποδώσω περισσότερο "δημοσιογραφικά" και συνοπτικά, παραλείποντας τις παρεκβάσεις που υπάρχουν στο αρχικό κείμενο και αποφεύγοντας -όσο γίνεται σε μια ιστορία που διασώθηκε προφορικά- την αφέλεια της προφορικής αφήγησης. Οι επανειλημμένες και σε τεράστιες αποστάσεις για τα δεδομένα και τους κινδύνους της εποχής μετακινήσεις των πρωταγωνιστών, μάλλον δημιουργούν αμφιβολίες για την αλήθεια της ιστορίας ως συνόλου. Είναι, πάντως, πιθανόν ο θρύλος του καπετάν Γιώτη Καλαμπόκα να έχει την αφετηρία του σε αληθινά γεγονότα που η κολλινιάτικη παράδοση τα εμπλούτισε ή και τα συνδύασε. 



Ήταν Απρίλης του 1810, ανήμερα το Πάσχα. Ο Αλίτζας, ο αγάς της Κάτω Κολλίνας, βγήκε από το κονάκι του και ξεκίνησε καβάλα στ' άλογό του να πάει, παρέα μ' ένα σύντροφό του, στον Κάμπο να δει τα χωράφια του και τα κοπάδια του. Λέγανε τάχα πως ήταν κι ο ίδιος κρυφός χριστιανός και γι' αυτό πόναγε τους χριστιανούς ραγιάδες. 

Φτάσανε στα χτήματά του και βρήκαν τους Έλληνες να γλεντάνε για το Πάσχα. Κάθισε κι ο αγάς μαζί τους. Έφαγε, ήπιε, χόρεψε. Όταν έφτασε το δείλι, φάνηκαν στον ουρανό βαριά σύννεφα. Δεν έβρεξε όμως. Mόνο ψιχάλισε και σε λίγο ξαστέρωσε και πάλι. Καβαλίκεψε ο αγάς το άλογό του και ξεκίνησαν για το Κατωχώρι. 

Το ποτάμι όμως είχε μεγάλη κατεβασιά, γιατί μακρύτερα είχε βρέξει δυνατά. Ξωπίσω τους ερχόταν, πηγαίνοντας κι αυτός στο χωριό, ένας ωραίος νέος Έλληνας, ο Γιώτης Καλαμπόκας που τους συμβούλεψε να περιμένουν να λιγοστέψει το νερό και να καλμάρει το ποτάμι, για να περάσουν. Όμως ο αγάς δεν έδωσε σημασία στα λόγια του και, καθώς ήταν ζαλισμένος απ' το κρασί, βάρεσε το άλογό του για να περάσει. Στη μέση του ποταμιού, το άλογό του διπλώθηκε σε κάποιο κλαδί κι ο αγάς έπεσε και τον πήρε το ορμητικό νερό. Χίμηξε τότε ο Γιώτης στα νερά και με κίνδυνο της ζωής του κατάφερε να πιάσει τον Αλίτζα και να τον βγάλει στην άλλη όχθη, ενώ ο συνοδός του έμεινε απέναντι, μη τολμώντας να περάσει. Ο Γιώτης ανέβασε τον αγά στο άλογό του, που είχε βγει κι αυτό απ' το νερό, και σε κακά χάλια τον μετέφερε στο χωριό. 

Την άλλη μέρα ο αγάς γύρεψε να του φέρουν τον άνθρωπο που τον έσωσε για να τον ευχαριστήσει και να τον ανταμείψει. Από κείνη την ημέρα ο Γιώτης κέρδισε την εκτίμηση του αγά κι άρχισε να μπαινοβγαίνει στο κονάκι του.

Ο αγάς είχε μια πολύ όμορφη κόρη, την Αϊσέ. Με τις συχνές επισκέψεις του Γιώτη στον αγά, δεν άργησε να φουντώσει ο έρωτας ανάμεσα στους δυο νέους κι αποφάσισαν να κλεφτούν, γιατί δε γινόταν η κόρη του αγά να γίνει χριστιανή και να παντρευτεί έναν ραγιά. Χώρια που, ακόμα κι αν ο καλόγνωμος αγάς συμφωνούσε, θα έβρισκε τον μπελά του απ' τον πασά της Τριπολιτσάς. Έτσι μια φθινοπωρινή νυχτιά, ο Γιώτης και η Αϊσέ εξαφανίστηκαν, παίρνοντας μαζί κι ένα πουγκί φλουριά του αγά. Περιπλανήθηκαν στη Ρούμελη και κατέληξαν στη Μολδοβλαχία, όπου η Αΐσέ βαφτίστηκε χριστιανή και παντρεύτηκαν. Εκεί εγκαταστάθηκαν, απέκτησαν παιδιά και προκόψανε.

Μετά όμως από κάμποσα χρόνια νοσταλγήσανε το Μοριά και παραμονές της Επανάστασης του 1821 ήρθαν στα Λαγκάδια της Γορτυνίας, όπου ο Γιώτης Καλαμπόκας εμφανίστηκε με το ψεύτικο όνομα Γιώτης Ασημακόπουλος.

Εν τω μεταξύ ο αγάς Αλίτζας είχε πληροφορηθεί ότι πρόκειται να ξεσπάσει επανάσταση των ραγιάδων. Πούλησε βιαστικά τα υπάρχοντά του κι έφυγε για την Πόλη.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση και οι Τούρκοι κλείστηκαν στις πόλεις και τα κάστρα, ο Γιώτης Καλαμπόκας πήρε την οικογένειά του κι ήρθε στις Κάτω Κολλίνες. Από εκεί πολέμησε τους Τούρκους ως αρχηγός των παλικαριών του χωριού. 

Μετά την απελευθέρωση, ο καπετάν Γιώτης, η γυναίκα του και τα πέντε παιδιά τους ζήσανε ευτυχισμένοι για μερικά χρόνια στο χωριό. Όμως τη Μαρία (την άλλοτε Αϊσέ) τη βασάνιζε ο καημός να δει τους γονείς της που τους είχε πικράνει με την εξαφάνισή της. 

Έτσι, ο Γιώτης ξεκίνησε μια μέρα και, με βάση τις πληροφορίες που είχε μαζέψει όλα αυτά τα χρόνια για την τύχη του αγά και της γυναίκας του, έφτασε στην Πόλη κι άρχισε να αναζητά τον αγά Αλίτζα από το Μοριά. Η παράδοση θέλει ο Γιώτης να ρώτησε τυχαία τον ίδιο τον αγά στο δρόμο αν γνωρίζει τον πεθερό του κι εκείνος να τον αναγνώρισε, να τον αγκάλιασε και να τον υποδέχτηκε στο σπίτι του. 

Μετά απ' αυτά, ο καπετάν Γιώτης Καλαμπόκας γύρισε στο Κατωχώρι, πούλησε το βιος του, πήρε την οικογένειά του και φύγανε για την Πόλη. Από τότε κανείς στις Κολλίνες δεν ξανάκουσε τίποτα γι' αυτούς...

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Η ιστοσελίδα του (πρώην) Γυμνασίου Βλαχοκερασιάς

Έχοντας πάει σχολείο σε μια εποχή που η πληροφορική και το διαδίκτυο ήταν σε πολύ πρώιμο έως ανύπαρκτο στάδιο, δε φανταζόμουν ότι τα τελευταία χρόνια και τα μικρά ακόμα σχολεία της ελληνικής επαρχίας έχουν τη δυνατότητα να διεκδικούν μια θέση στο διαδικτυακό στερέωμα και μάλιστα να επιτυγχάνουν μια πολύ προσεγμένη και πλούσια παρουσία.
Ήταν, λοιπόν, πολύ μεγάλη η έκπληξή μου, όταν πριν λίγες ώρες "συνάντησα" στη διεύθυνση http://gym-vlach.ark.sch.gr/ το Γυμνάσιο Βλαχοκερασιάς, όπου φοιτήσαμε για τρία χρόνια οι περισσότεροι απ' όσους μεγαλώσαμε στις Κολλίνες, αφού προηγουμένως βγάλαμε στο χωριό μας το Δημοτικό.


Στις διάφορες υποενότητες τις ιστοσελίδας (Το Σχολείο, Ιστορικά Στοιχεία, Δήμος Σκιρίτιδας, Επισκέψεις, Θεατρικά, Παρελάσεις, Αθλητισμός, Εκδηλώσεις, Προγράμματα, Σύνδεσμοι, Εφημερίδα) μπορεί κανείς να δει ορισμένες από τις δραστηριότητες του σχολείου τα τελευταία 10-15 χρόνια και να βγάλει συμπεράσματα για το σπουδαίο εκπαιδευτικό και πολιτιστικό έργο που παραγόταν εκεί κάθε σχολική χρονιά.
Μπορεί να αναζητήσει γνώριμα πρόσωπα και να εντοπίσει τα λιγοστά πια Κολλινιατάκια στις φωτογραφίες, να φανταστεί διαλόγους, να συνταξιδέψει σ' εκδρομές, να κρυφοκοιτάξει στις θεατρικές παραστάσεις, να συμμετάσχει σε μαθητικές παρελάσεις κι αθλητικές εκδηλώσεις, να ξεφυλλίσει την εφημερίδα του σχολείου, να μάθει νέα της περιοχής. Να συνειδητοποιήσει πόσο γρήγορα κι αδυσώπητα περνούν τα χρόνια... Πίσω από τις εικόνες  και τις λέξεις να μαντέψει (ή -αν ανήκει στον "κύκλο των χαμένων μαθητών"- απλά να θυμηθεί) τη διαρκή παρουσία, το πάθος και το μεράκι συγκεκριμένων ανθρώπων που τις τελευταίες δυόμισι δεκαετίες ταυτίστηκαν με το Γυμνάσιο Βλαχοκερασιάς.
Δυστυχώς, όπως και το Δημοτικό του χωριού μας από το 2008, έτσι και το Γυμνάσιο Βλαχοκερασιάς από τον περασμένο Σεπτέμβρη είναι κλειστό. Ας ελπίσουμε ότι, τουλάχιστον, δε θα θεωρηθεί δαπανηρή και η διατήρηση της ιστοσελίδας του.

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Ο "Τόμος του Μπελέζου"

Πριν πολλά χρόνια είχα ακούσει στο χωριό αφηγήσεις ηλικιωμένων για έναν σπουδαίο Κολλινιάτη επιστήμονα που σκοτώθηκε νέος στην Αλβανία κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41. Ήταν ο Δημήτριος Μπελέζος, δικηγόρος στην Αθήνα με λαμπρές προοπτικές. Ο Δ. Μπελέζος, γεννημένος κάπου στα μισά της δεκαετίας του 1910 ήταν γιος του παλιού παπά της Κολλίνας  Κωνσταντίνου Μπελέζου (τον οποίο μπορεί να δει κανείς γέροντα σε φωτογραφία του 1925 στο βιβλίο του Θάνου Βαγενά "Χρονικά Κολλινών Αρκαδίας", σελ. 169) και αδελφός του (μακαρίτη πια) Καθηγητή της Δερματολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Νίκωνα Μπελέζου

Αυτό που με είχε εντυπωσιάσει απ' όσα άκουσα ήταν ότι ο Δ. Μπελέζος είχε γράψει ένα σπουδαίο βιβλίο, τον "Τόμο του Μπελέζου". Αυτό τον Τόμο, όπως έλεγαν στο χωριό, έπρεπε να τον έχει διαβάσει κανείς για να πάρει το πτυχίο της Νομικής. Στην παιδική μου φαντασία ο Τόμος έπαιρνε μυθικές διαστάσεις και υπέθετα ότι θα ήταν χίλιες σελίδες, όπως οι τόμοι της "Εγκυκλοπαίδειας του Ηλίου" που είχαμε στο σχολείο.

Πριν από δέκα περίπου χρόνια, στη βιτρίνα ενός παλαιοβιβλιοπωλείου του κέντρου της Αθήνας ανακάλυψα τυχαία ένα αντίτυπο του "Τόμου του Μπελέζου". Πρόκειται για το βιβλίο "Επιτομή  Εκκλησιαστικού Δικαίου προς χρήσιν των φοιτητών"

Το βιβλίο, όπως αποκαλύπτει και ο τίτλος του, δεν έχει φυσικά της μυθικές διαστάσεις που φανταζόμουν. Αποτελείται από 60 πυκνογραμμένες σελίδες, σε στρωτή καθαρεύουσα. Εκδόθηκε το έτος 1939 από το "Βιβλιοπωλείο Α. Καραβία", Ιπποκράτους-Ακαδημίας 50, Αθήναι, και τυπώθηκε από τον Α. Ματαράγκα-Γραφικαί Τέχναι. Το αντίτυπο που απέκτησα φέρει επιπλέον σφραγίδα με τα στοιχεία "Φοιτητικόν Βιβλιοπωλείον Αλεξάνδρας Α. Κοϊτσάνου, Σόλωνος 88, Αθήναι" και έχει τυπωμένη την τιμή του "δραχ. 50". Πρόλογο, απ' όπου θα μπορούσαμε, ενδεχομένως, να αντλήσουμε πληροφορίες για το συγγραφέα, το βιβλίο, δυστυχώς, δεν έχει. 

Στο οπισθόφυλλο όμως μας περιμένει μια έκπληξη, καθώς ανακαλύπτουμε ότι οι "Τόμοι του Μπελέζου" ήταν (ή τουλάχιστον επρόκειτο να γίνουν σύντομα, αν δε μεσολαβούσε ο πόλεμος) τέσσερις! Ο Δ. Μπελέζος, παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε αξιόλογο συγγραφικό έργο. Είχε δημοσιεύσει ήδη δύο βιβλία και ετοίμαζε κι άλλα δύο. Συγκεκριμένα, εκτός από την "Επιτομήν Εκκλησιαστικού Δικαίου", αναφέρονται τα εξής βιβλία, τα οποία μάλιστα δε φαίνεται να ήταν επιτομές αλλά κανονικά πανεπιστημιακά συγγράμματα, τα οποία καλύπτουν μεγάλο μέρος από τον κλάδο του αστικού δικαίου: "Ενοχικόν Δίκαιον έκδοσις 1938, δραχ. 200", "Γενικαί Αρχαί Αστικού Δικαίου (υπό εκτύπωσιν)" και "Ιδιωτικόν Διεθνές Δίκαιον (υπό εκτύπωσιν)".


Δυστυχώς, όμως, ο πόλεμος στέρησε νωρίς από τις Κολλίνες, και όχι μόνο, έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να προσφέρει πολλά.


Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Οι παρατημένες βρύσες της Κολλίνας

Θλιβερή πραγματικά η εικόνα που αντίκριζε κανείς τις μέρες του Πάσχα περπατώντας στους δρόμους του χωριού και περνώντας μπροστά από την Πάνω Καμάρα κάτω από την πλατεία, την Κάτω Καμάρα στην Εκκλησούλα και τη Βρυσούλα λίγο πιο κάτω. 

Οι βρύσες αυτές σε παλιότερες εποχές έδιναν νερό για χιλιάδες ανθρώπους και ζώα. Μέχρι πριν δυο δεκαετίες μάς έσωζαν κυριολεκτικά στις λειψυδρίες τα καλοκαίρια. Εκεί οι γυναίκες έπλεναν τα ρούχα. Με το νερό τους ποτίζονταν κήποι και λουλούδια. 

Τώρα διαλύονται σιγά σιγά, εγκαταλελειμμένες, σπασμένες, χορταριασμένες. Εικόνες που αντιστοιχούν, δυστυχώς, στην ερήμωση του  χωριού μας.